ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΛΕΞΑΡΙ |
Τα
Ποντιακά είναι μία αρχαία ελληνική διάλεκτος η οποία αποτελείται από την
αρχαία ιωνική διάλεκτο και τα αρχαία ελληνικά με ελάχιστες λέξεις της
δημοτικής ελληνικής διαλέκτου. Οι επιδράσεις που δέχτηκε στο πέρασμα των
26 αιώνων ζωής, προέρχονται από την κοινή των αλεξανδρινών χρόνων, και
από τη μεσαιωνική κοινή του Βυζαντίου. Επηρεάστηκε επίσης από τους Γενουάτες
και Βενετσιάνους της Τραπεζούντας, τους Πέρσες και τους Γεωργιανούς, καθώς
φυσικά και από τους Τούρκους. Αξιοσημείωτο όμως είναι ότι, παρά τις προσμίξεις
με ξένες λέξεις, αυτές δεν έμειναν αναφομοίωτες, αλλά εξελληνίστηκαν και
εντάχθηκαν στο κλιτικό σύστημα της ελληνικής, συμμετέχοντας έτσι στην
εξέλιξη της γλώσσας. Παράδειγμα το τουρκικό ρήμα aramak έγινε στα ποντιακά
αραεύω (αναζητώ), κι έδωσε νέα παράγωγα, αράεμαν (αναζήτηση-ψάξιμο) και
αραευτής (ερευνητής). |
Η
διατήρηση του αναβιβασμού του τόνου στην κλητική (Νίκολα αντί Νικόλα,
γάμπρε αντί γαμπρέ, κλπ.). |
Κατά
τη διάρκεια συλλογής υλικού και πληροφοριών οι μαθητές συγκέντρωσαν λέξεις
της ποντιακής διαλέκτου ( από τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους ,
από τους γονείς τους, από φίλους και γείτονες και κατά την διάρκεια της
εφαρμογής του υλικού, συνέταξαν ένα μικρό "ποντιακό λεξικό".
|
|
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |